αμνοφαγία

αμνοφαγία
η употребление в пищу баранины

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "αμνοφαγία" в других словарях:

  • -φαγία — ΝΜΑ β συνθετικό αφηρημένων θηλυκών ονομάτων που σχηματίστηκαν από ονόματα σε φάγος* ή από ρ. σε φαγώ (για την ετυμολ. και σημ. τών λ. βλ. λήμμα φαγος).Παραδείγματα λ. με β συνθετικό φαγία: αδηφαγία, ανθρωποφαγία, ζωοφαγία, ιχθυοφαγία, κρεοφαγία / …   Dictionary of Greek

  • αμνός — ο (Α ἀμνὸς) (θηλ. Α ἀμνὰς και ἀμνὴ και ἀμνίς, Ν αμνάδα) 1. το νεογνό τού προβάτου, αρνί, αρνάκι 2. φρ. «ο αμνός τού Θεού» ο Χριστός μσν. το ύφασμα τού επιταφίου, όπου εικονίζεται το σώμα τού Χριστού αρχ. 1. ανόητος, κουτός 2. άκακος, πράος,… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»